Τα τσακώνικα παραμύθια μιας...Γερμανίδας


Εν μέσω εντονότατων οικονομικών δυσκολιών για τη χώρα μας και μεγάλων πιέσεων από το εξωτερικό, και δη από τη Γερμανία, σε σχέση με τους όρους και το χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής του χρέους, μια Γερμανίδα... παραμυθού, η Χάιντι Χόλτσμαν, λάτρης της χώρας, της κουλτούρας, της ιστορίας και ως φαίνεται της γλώσσας μας, κάνει πράξη ένα όνειρό της, εκδίδοντας το βιβλίο Τsakonische Volksmärchen (Pandion, 2010) με 43 παραμύθια από την Τσακωνιά, προσπαθώντας έτσι να διαδώσει τα ήθη, τα έθιμα και τις ελληνικές παραδόσεις στη νεολαία της Γερμανίας.

Η αρχή και η αγάπη για την Ελλάδα

Η Χάιντι Χόλτσμαν γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Γερμανία και σήμερα ζει στα δυτικά της χώρας, στην περιοχή Σβάρτσερντεν, στο Ράινλαντ Φαλτς. Η Νομική υπήρξε η πρώτη της σπουδή, αλλά σύντομα την «τράβηξε» η χρυσοχοΐα. Σταθμός, όμως, στην τροχιά της επαγγελματικής της ζωής στάθηκε η πρώτη της επίσκεψη στην Ελλάδα -το Πάσχα του 1973 στην Πελοπόννησο, και πιο συγκεκριμένα στο Λεωνίδιο-, την οποία, όπως η ίδια παραδέχεται, ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα. Αφήνοντας τη γενέτειρά της, αποφάσισε να ζήσει στη χώρα μας και να ασχοληθεί ακόμα πιο σοβαρά με το κόσμημα. Οι κυριότερες στάσεις της το Λεωνίδιο και, κατόπιν, μόνιμη κατοικία της για αρκετά χρόνια η περιοχή της Γλυφάδας αλλά και ολόκληρη η Ελλάδα, στην οποία ταξίδευε για επαγγελματικούς λόγους και ως αποτέλεσμα γνώριζε και αγαπούσε ακόμα πιο βαθιά, μαθαίνοντας ταυτόχρονα και ελληνικά.



Όσο για τα παραμύθια, αυτά μπήκαν εντελώς τυχαία στη ζωή της σε μια δύσκολη στιγμή και, σύμφωνα με τα λεγόμενά της, «αποτελούν ευγενές δώρο της μοίρας της». Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως εδώ και πολλά χρόνια υπάρχει στο χώρο του παραμυθιού με μεγάλη επιτυχία και γράφουν για το άτομό της διθυραμβικές κριτικές έντυπα όπως οι Αllgemeine Zeitung και Rhein Zeitung. Κι αν και η ιδιότητα της παραμυθούς πλέον δεν απαντάται συχνά στον ελλαδικό χώρο αλλά και ευρύτερα στην Ευρώπη, η Χόλτσμαν καταφέρνει όχι μόνο να επαναφέρει στη μόδα ένα ξεχασμένο μα διόλου ασήμαντο κομμάτι της κοινωνίας και της ιστορίας μας, όπως τα παραμύθια, αλλά και να μας ταξιδεύει.

Η σχέση σας με την Ελλάδα μετράει χρόνια. Πώς τη διατηρείτε ζωντανή;

Οι δεσμοί μου με την Ελλάδα είναι τόσο ισχυροί, που ποτέ δεν διακόπηκαν, ακόμα κι αν για κάποια χρόνια και για καθαρά επαγγελματικούς λόγους δεν μπορούσα να την επισκέπτομαι τακτικά. Πάντως, τα τελευταία εφτά χρόνια και χάρη στα υπάρχοντα μέσα επικοινωνίας και συγκοινωνιών βρίσκομαι πολύ συχνά στην Ελλάδα, την οποία έτσι κι αλλιώς αισθάνομαι σαν πατρίδα μου. Επίσης, είμαι συνδρομήτρια στην ελληνική διαδικτυακή εφημερίδα Griechenland Zeitung, με αποτέλεσμα να παρακολουθώ στενά την επικαιρότητα.

Τι έχετε να πείτε για τη στάση των Μέρκελ και Σόιμπλε έναντι της Ελλάδας και για τα όσα γράφονται και ακούγονται τελευταία στα γερμανικά ΜΜΕ;


Η κυρία Μέρκελ είναι υπερβολική και ενίοτε κακεντρεχής και δεν μπορεί να αποφασίζει μόνη της για το μέλλον της Ελλάδας, καθώς είναι κομμάτι της ΕΕ και, ως εκ τούτου, εξαρτάται από αυτή. Η δημοτικότητά της τελευταία «ανεβοκατεβαίνει» στο εσωτερικό της χώρας και ο Γερμανός θα προτιμούσε, από τη μια, να επιλυθούν δικά του προβλήματα και, από την άλλη, επηρεασμένος και από τα όσα διαβάζει, παρακολουθεί κι ακούει για τη στάση των Ελλήνων σε σχέση με τη φοροδιαφυγή για παράδειγμα, δεν καταλαβαίνει για ποιο λόγο πρέπει να πληρώσει το ελληνικό χρέος. Όσο για τον Σόι μπλε, αν και αυστηρός, προσπαθεί να κρατήσει τις ισορροπίες και να μην έχει απέναντί του το Γερμανό πολίτη, ο οποίος επίσης διανύει δύσκολη περίοδο με περικοπές αποδοχών. Άφησα τα δημοσιεύματα για το τέλος, διότι αν θυμηθώ την Bild είναι ούτως ή άλλως από τα τελευταία έντυπα που θα επέλεγε να διαβάσει ο Γερμανός, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Όλες οι λοιπές αναφορές στη χώρα σας από τα δικά μας μέσα είναι σοβαρές, με επιχειρήματα και αποδείξεις.

Ποια είναι η θέση σας για τις πολυσυζητημένες γερμανικές αποζημιώσεις;

Είναι κάτι για το οποίο πρωτοάκουσα μόλις πέρσι. Αν ξαναγινόταν δικαστήριο και η Γερμανία κρινόταν ένοχη, θα ήμουν υπέρ στο να δώσει στην Ελλάδα τα χρήματα. Όμως, δεν μπορώ και να μην αναρωτηθώ γιατί άρχισε τόση φασαρία σχετικά με το θέμα ένα χρόνο πριν. Πρωτίστως, έχω την ανάγκη να μάθω περισσότερα επί του θέματος και κατόπιν να προχωρήσω σε συμπεράσματα, γιατί, ό πως λέτε κι εσείς, «κάτι δεν μου κολλάει». Πάντως και για μένα παραμένει ερωτηματικό γιατί έλαβαν όλοι οι άλλοι αποζημιώσεις εκτός της χώρας σας...

Ας περάσουμε στο βιβλίο σας με τα τσακώνικα παραμύθια. Πώς γεννήθηκε η ιδέα και πόσο καιρό σάς πήρε να την κάνετε πράξη;

Τα Χρονικά των Τσακώνων, ένα βιβλίο που επί χρόνια είχα στη βιβλιοθήκη μου, ήταν η αφορμή. Μέσα στο λαογραφικό αυτό έργο βρίσκονταν και πολλά τσακώνικα παραμύθια, για τα οποία ήθελα να μάθω περισσότερα. Δυστυχώς, όμως, δεν κατάφερνα να βρω στοιχεία, παρόλο που ήμουν ήδη μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Παραμυθιού, μιας κοινότητας που διερευνά τα ευρωπαϊκά και παγκόσμια παραδοσιακά παραμύθια. Όταν τελικά μίλησα για το θέμα στο μέντορά μου Δόκτορα Heissig μα και για τη στενή μου επαφή με το Λεωνίδιο, μου πρότεινε να μεταφράσω το βιβλίο-έμπνευσή μου. Έπειτα από δέκα χρόνια, με πολλές διακοπές, κόπο, την έγκριση του Έλληνα συγγραφέα του βιβλίου, Καθηγητή Θανάση Κωστάκη, και πολύ ψάξιμο στα αρχεία του Γερμανού φιλολόγου Μιχαήλ Δέφνερ, τα κατάφερα!

Για ποιο λόγο προτιμήσατε τη συγκεκριμένη γλώσσα; Στην Ελλάδα, αν και ξέρουμε πως "αργοπεθαίνει", αδιαφορούμε. Μήπως το βιβλίο σας είναι "συναγερμός";

Διότι μιλάμε για μια πανάρχαια γλώσσα, ζωντανή έως τις μέρες μας, με αξία τεράστιου φιλολογικού θησαυρού. Σε αντίθεση με την αποκαλούμενη Κοινή Ελληνική, προέρχεται από την αρχαία Δωρική, διατηρώντας ακέραια τα χαρακτηριστικά της. Τα Τσακώνικα περιέχουν στο αλφάβητό τους τριάντα σύμφωνα.

Έχετε περισσότερα μελλοντικά σχέδια που να συνδέονται με την τσακώνικη γλώσσα;

Σκοπεύω να εκδώσω ένα επιπλέον βιβλίο με CD, συνέχεια του υπάρχοντος, που θα περιέχει όχι μόνο τα παραμύθια στα Νέα Ελληνικά και τα Γερμανικά, αλλά και στα Τσακώνικα, ώστε ο κόσμος να έχει και ακουστική γνώση και επαφή με την ιδιαίτερη αυτή γλώσσα.

Αρέσουν τα παραμύθια στους ανθρώπους;

Ναι, διότι ακριβώς επειδή ζούμε στην εποχή της τεχνολογικής έξαρσης και του απόλυτου άγχους, ο κόσμος έχει ανάγκη να ηρεμήσει και να απομακρυνθεί από τα προβλήματά του. Ας μην ξεχνάμε πως τα παραμύθια προσφέρουν αμέτρητες μεταφορές και επιλύσεις αντιπαραθέσεων, πολλώ δε μάλλον με μαγικούς και θαυματουργούς τρόπους. Συχνά οι λύσεις βρίσκονται σε περίπλοκα για το μυαλό μονοπάτια, αλλά όταν οι ακροατές "εξιχνιάσουν" τα εκάστοτε μυστήρια, έρχονται κοντά σε αρχαία μεν, απτά μηνύματα δε. Μηνύματα που μικροί και μεγάλοι έχουν ανάγκη, με αποτέλεσμα, πέρα από τα παιδιά, να έχω και διευθυντικά στελέχη, γιατρούς και δικηγόρους ανάμεσα στο κοινό των ακροατών μου!

Γνωρίζω πως ανάμεσα στις ασχολίες σας είναι και η οργάνωση ταξιδιών σε περιοχές όπου διηγείστε παραμύθια αναφερόμενες σ’ αυτές. Έχει αποδοχή στο κοινό σας η «μέθοδος» αυτή;

Ναι, μεγάλη. Κατ’ αυτό τον τρόπο το ακροατήριο έχει ακόμα εντονότερα συναισθήματα ακούγοντας τα παραμύθια και εμμέσως προωθείται και η τοπική ιστορία κάθε μέρους, βοηθώντας παράλληλα τους ανθρώπους να αλληλοκατανοούνται σε παγκόσμιο επίπεδο και να είναι ανεκτικοί όλοι έναντι όλων. Η φράση που με χαρακτηρίζει είναι: "Κατανόησε την ιστορία μέσα από ιστορίες". Προσωπικά, αντιλαμβάνομαι την ιστορία της κάθε χώρας αφού πρώτα έχω ακούσει τα παραμύθια της.

Ποιο παραμύθι ταιριάζει στην Ελλάδα;

Ένα τσακώνικο, που λέει και διδάσκει πως οι άνθρωποι στη ζωή τους ανεβοκατεβαίνουν τα «σκαλιά» της ασταμάτητα. Τα πάντα ρει, υπομονή...

Να σας περιμένουμε στη χώρα μας σύντομα;

Η αλήθεια είναι ότι μόλις επέστρεψα από την Ελλάδα. Βέβαια, το Μάιο θα ξαναβρεθώ στην πατρίδα σας, και συγκεκριμένα στην Κέρκυρα.

Όπως και να ’χει όμως, μπορείτε πάντα να με επισκέπτεστε στο διαδικτυακό μου τόπο, στο www.HeidiHolzmann.de


Η Τσακωνιά

Η περιοχή αυτή αποτελεί μέρος της επαρχίας Κυνουρίας, στο νομό Αρκαδίας, και εκτείνεται από το ακρωτήριο Λεωνίδιο στο Νότο έως τον Άγιο Ανδρέα στο Βορρά. Σήμερα, τα Τσακώνικα χρησιμοποιούνται και επιζούν σε εννέα χωριά της παραπάνω περιοχής: Λεωνίδιο, Πραματευτή, Μέλανα, Σαπουνακέικα, Τυρό (στο Νότο) και Πραστό, Καστάνιτσα, Σίταινα και Άγιο Ανδρέα, ενώ ως γλώσσα θεωρείται και χαρακτηρίζεται αρχαιοπρεπής, αφού «κατάγεται» από την αρχαία δωρική διάλεκτο της Λακωνίας. Η Χάιντι Χόλτσμαν επιμένει... "τσακώνικα", τιμώντας κατ’ αυτό τον τρόπο μια πανέμορφη γλώσσα που όμως, αν την αφήσουμε "ανεκμετάλλευτη", θα χαθεί τελείως και μάλιστα πολύ σύντομα. Κι αυτό επειδή τώρα πια έχει πάψει να διδάσκεται και επιβιώνει μόνο χάρη στη χρήση της από τους ηλικιωμένους της επαρχίας.


Συνέντευξη στη Λήδα Φιλιππάκη.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα" στις 17/3/11.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου